Γράφει ο Χρήστος Ίντος
Οι πληροφορίες για τη μάχη του Κιλκίς είναι ανεξάντλητες από την ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, τα έντυπα της εποχής, τις γραπτές μαρτυρίες πολλών που πήραν μέρος στο γεγονός, από την αλληλογραφία τους και από πλήθος σχετικών πηγών. Στο παρόν δημοσίευμα φιλοξενούμε την επιστολή ενός γνωστού Έλληνα αξιωματικού, του Περικλή Καλλιδόπουλου. Είχε στείλει, όπως και άλλες, στον διακριμένο δημοσιογράφο και ιστορικό της ελληνικής λογοτεχνίας Ηλία Βουτιερίδη (1874-1941) ο οποίος παρακολουθούσε τους Βαλκανικούς Πολέμους για λογαριασμό της εφημερίδας της Αθήνας ΠΑΤΡΙΣ. Στάλθηκε ως πηγή πληροφοριών από πρώτο χέρι στον δημοσιογράφο.
Στο πρώτο μέρος της επιστολής περιγράφεται η εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης από τα βουλγαρικά στρατεύματα, τα οποία μετά την απελευθέρωση της πόλης από τον Ελληνικό Στρατό στις 26 Οκτωβρίου 1912, ζήτησαν άδεια εισόδου με πρόσχημα την ανάπαυσή τους. Απώτερος στόχος τους ήταν να δημιουργήσουν προηγούμενο, γιατί τελικός στόχος τους ήταν η κατάληψη της Θεσσαλονίκης σχέδιο που ματαιώθηκε με τη νικηφόρα για τον Ελληνικό Στρατό μάχη του Κιλκίς. Αυτής της μ’αχης περιγραφή έχουμε στο δεύτερο μέρος της επιστολής του Π. Καλλιδόπουλου στην οποία και πήρε μέρος επικαφαλής στρατιωτικής μονάδας.
Ο Περικλής Παν. Καλλιδόπουλος, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1872 και πέθανε το 1950. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και συμμετείχε σε όλους τους πολέμους από το 1897 ως και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τραυματίστηκε στις μάχες των Γιαννιτσών και του Κιλκίς. Αποστρατεύθηκε το 1923 με το βαθμό του υποστράτηγου. Πολιτεύθηκε και εκλέχτηκε δύο φορές βουλευτής Θεσσαλονίκης (1924, 1950) και διετέλεσε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας (1927).
Η επιστολή του Έλληνα αξιωματικού (τηρήθηκε η ορθογραφία και η σύνταξη του πρωτοτύπου πλην των τόνων):
«Θεσσαλονίκη 25 Ιουνίου 1913
Αγαπητέ μου Ηλία,
Από το Σάββατον ευρίσκομαι εις το Βον Στρατιωτικόν Νοσοκομείον πληγωθείς εις το σφαγείον της μάχης του Κιλκίς. Το τραύμα μου είναι εις τον δεξιόν πόδα, η σφαίρα εξήχθη και ήδη δεν έχω πόνους.
Την προπαρελθούσαν Δευτέραν 17 τρέχοντος διετάχθημεν το 1ον και 3ον Σύνταγμα να εκτοπίσωμεν και να αιχμαλωτίσωμεν τον Βουλγαρικόν στρατόν Θεσσαλονίκης. Την 3 μ.μ. ηρχίσαμεν δια των λογχών μας να αποκλείωμεν αυτούς εις τα διάφορα κτίρια ένθα ήσαν στρατωνισμένοι. Εγώ απέκλεισα 150, καλέσας αυτούς προς παράδοσιν. Απάντησαν ότι «είμεθα ωρκισμένοι εις το όνομα του βασιλέως μας και να μην παραδοθώμεν». Μετ΄ ολίγον η πόλις της Θεσσαλονίκης έλαβεν αγρίαν όψιν, πάσα κίνησις έπαυσεν, ο κόσμος έτρεχε σπήτια του, καταστήματα έκλειον. Κατελάβαμεν διάφορα οικήματα και άγριος τυφεκισμός επικολούθησε καθ΄ όλην την νύκτα, οι κρότοι των φυσιγγίων δυναμίτιδος ήσαν τρομεροί. Περί το μεσονύκτιον ήρχισεν και το πυροβόλον να κροτή εις τινα μέρη. Αι πέριξ οικίαι ήσαν διάτρητοι. Τελικώς το πολυβόλον εξηνάγκασεν αυτούς προς παράδοσιν. Μόλις κατ΄ εισήγησίν μου ερίφθη η πρώτη βολή εις το οίκημα ό επολιόρκουν, αμέσως ύψωσαν λευκήν σημαίαν, παραδοθέντες 130 μετά του οπλισμού των και λοιπών εξαρτημάτων. Το αυτό συνέβη και εις τα άλλα κτίρια. Μεγάλην έκπληψιν μας επροξένησεν η έλλειψις των αξιωματικών των. Μέχρι της 10ης πρωινής της Τρίτης 18ης τρέχοντος οι πάντες, στρατιώται και κομιτατζήδες, εκκαθαρίσθησαν.
Την 3ην μ.μ. της αυτής ημέρας η 2α Μεραρχία μας άνευ ουδεμιάς αναπαύσεως εξεκίνει εκ Θεσσαλονίκης καταυλισθείσα αργά την νύκτα περί το χωρίον Αϊβάτι (Λητή). Την Τετάρτην 19ην τρέχοντος εις τας 3.20 πρωίαν ελάβαμεν διαταγήν προελάσεως. Η μεν 6η Μεραρχία δεξιά μας προς το υψόμετρον 605 της Λιγκοβάνης(Ξυλόπολη), η 2α προς το Σαρί-Κιοϊ (Ποταμιά) και η 4η αριστερά μας εκείθεν του Γαλλικού προς το Σαρί-Γκιόλ (Κρηστώνη). Την 4ην εξεκινήσαμεν. Το τάγμα μου εβάδιζεν ως εμπροσθοφυλακή υπό τον ταγματάρχην Λαμπιώτην.
Ποία υπήρξεν η έκπληξίς μου όταν μετ΄ ολίγον ηκούσθησαν οι πρώτοι πυροβολισμοί μας συμπλακέντες με τους Βουλγάρους. Φαντασθείτε ότι ευρίσκοντο εις τα πρόθυρα της Θεσσαλονίκης. Μετ΄ ολίγον η επίθεσις εγενικεύθη, το πυροβολικόν και όπλα εκρότουν πανταχόθεν. Περί την μεσημβρίαν ο λόχος μου κατέλαβεν τα χωρία Κιόλελη (Πυργετός) και Τσόκαλη (Περιστέρι) εκτοπίσας μετά των λοιπών του τάγματος εκ των οχυρωμάτων των τους Βουλγάρους. Η προέλασις εξηκολούθη και περί την 5ην εσπερινήν διετάχθημεν να εγκαταστήσωμεν προφυλακάς έμπροσθεν των άνω χωρίων έχοντες δεξιά μας τάγμα του 3ου Συντάγματος.
Κατά την σημερινή μάχην εχάσαμεν τον Διοικητήν μας ταγματάρχην Διαλέτην φονευθέντα, και τον λοχαγόν Ροντήρην Α. βαρέως τραυματισθέντα, τον ανθυπολοχαγόν Ματζώρον Κ. επίσης τραυματισθέντα και άλλους.
Την επομένην, Πέμπτην 2αν τρέχοντος την πρωίαν περί τας 8.30, διετάχθη η συγκέντρωσις της Μεραρχίας μας και η προέλασις περί το χωρίον Γενή-Μαχαλά (Λειψύδριο). Εκείθεν δε προς τα άνω του χωρίου Σαρί-Κιοϊ(Ποταμιά) υψώματα ά και καταλάβαμεν κατόπιν επιπόνου πορείας και δι΄ εδάφους λίαν δυσβάτου. Το βουγαρικόν πυροβολικόν μας έβαλλλεν εκ Κιλκισίου αλλ΄ άνευ αποτελέσματος. Η 4η Μεραρχία εμάχετο επίσης αριστερά μας έχουσα ως κατεύθυνσιν το Σαρί-Κιοϊ (Ποταμιά). Η 4η Μεραρχία εμάχετο επίσης αριστερά μας έχουσα ως κατεύθυνσιν το Σαρί-Γκιόλ (Κρηστώνη).
Επελθόντος του σκότους εγκαταστήσαμεν προφυλακάς μάχης ότε μετ΄ ολίγον λαμβάνομεν διαταγήν του Διοικητού μας, ταγματάρχου κ. Χριστοδούλου ότι «κατ΄ εντολήν του Βασιλέως η προέλασις θα εξακολουθήσει και πάση θυσία πρέπει μέχρι πρωίας να πέση το Κιλκίς». Μεγαλείον διαταγής, Πάντες οι αξιωματικοί ησθάνθημεν ρίγος. Όχι δια τον φόβον του θανάτου διότι εβαδίζαμεν προ βεβαίου, επίθεσις νυχτερινή και εις έδαφος δύσβατον, σκοτεινά, και κατ΄ απειρίαν ουρωμάτων έμπροσθεν του Κιλκισίου, αλλά ησθάνθημεν ρίγος μήπως ένεκα του δυσκόλου της επιχειρήσεως, αύτη αποτύχη και αλλοίμονον εις την Πατρίδα μας.
Μετ΄ ολίγον όμως ήρχισεν η κατάβασις εκ των υψωμάτων και η συγκέντρωσίς μας εντός του Γαλλικού ποταμού, πλησίον του χωρίου Σαρί-Κιοϊ (Ποταμιά). Περί την 1ην πρωινήν ετελείωσεν η συγκέντρωσίς μας. Διαταγήν είχαμεν τα μεν 1ο κι 7ο Σύνταγμα εις πρώτην γραμμήν και το 3ον όπισθεν και δεξιά του 7ου, να επιτεθώμεν δε κατά των ανατολικών οχυρωμάτων του Κιλκίς. Περί το μεσονύκτιον επ΄ αρκετό το πυροβολικόν έβαλλεν μετά σθένους κάλυψαν ούτω την προέλασίν μας. Εκείθεν του ποταμού η προχώρησίς μας έγινεν με μόνον βοηθόν δια την κατεύθυνσίν μας έχοντες την πυξίδα βουτήξαντες μέχρι του γόνατος εις τα νερά.
Μόλις ήρχισεν να υποφώσκη η ημέρα είχαμεν προχωρήση ήδη αρκετά καταλαμβάνοντες τα πρώτα υψώματα. Μετ΄ ολίγον εδέχθημεν σφοδρόν πυρ καθ΄ όλην την γραμμήν, αλλ΄ αξιωματικοί και στρατιώται με εφ΄ όπλου λόγχην αψηφώντες τον θάνατον ακάθεκτοι και όρθιοι επροχωρώμεν βάλλοντες, αναγκάσαντες τους Βουλγάρους να εγκαταλείψωσι εν κατόπιν των άλλων τα οχυρώματά των. Ουδέποτε εις καμίαν μάχην είδα τοιαύτην λύσσαν αξιωματικών και στρατιωτών, έπιπτον ο εις κατόπιν του άλλου χωρίς κανείς να κλωνίζεται.
Φθάσαντες εις την τελευταίαν γραμμήν των οχυρωμάτων, βαδίζοντες δε ως εκ του ενθουσιασμού με μεγάλην αταξίαν εδέχθημεν αντεπίθεσιν των Βουλγάρων, ήτις εκλώνισεν τους στρατιώτας μας. Συνάμα δε το Βουλγαρικόν πυροβολικόν ως δαίμων έβαλλεν εναντίον μας με πλείστας επιτυχίας και χωρίς ημείς να υποστηριζόμεθα παρά του ημετέρου, άγνωστον διατί. Ίσως το έδαφος δεν το επέτρεπεν να παρατάξη όλας τας πυροβολαρχίας του. Εν τοιαύτη κρισίμω στιγμή πλείστοι των αξιωματικών με τα περίστροφα εις τας χείρας των κατώρθωσαν να συγκρατήσωσι τμήματα τινά, αλλά πάντες σχεδόν εύρον ή οικτρόν θάνατον ή ετραυματίσθησαν ως εντελώς εκτεθειμένοι. Ούτω οι λοχαγοί Γιώτης, Λέκκας, Στραβίνας και άλλοι εφονεύθησαν, ο ανθυπολοχαγός Εμμ. Μαρκαντωνάκης πληγωθείς κατακερματίσθη υπό των καταφθασάντων αυτόν Βουλγάρων. Εγώ, οι Πραντούνας Μ. λοχαγός, Σ. Αντωνιάδης λοχαγός, Μαρούλης Οδ. λοχαγός, Πανουτσόπουλος Αθ. λοχαγός, Βαχάρογλους υπολοχαγός και πολλοί έτεροι μόνιμοι και έφεδροι επληγώθησαν. Κατορθώσαντες ούτω δια του αίματός μας να αποκρούσωμεν των αντεπίθεσιν των Βουλγάρων.
Αποσυρθέντες των πεδίων της μάχης ως εκ των τραυμάτων μας, μετεφέρθημεν εις το χειρουργείον (χωρίον Γενή-Μαχαλά – Λειψύδριο). Απαίσιον το θέαμα. Τοποθετημένοι εντός αχυρώνων, άλλος με σπασμένα μούτρα, άλλος με χέρια, κοιλίας, κεφάλια, οι μεν ζώντες αιματοβαμμένοι σαν χασάπηδες, και άλλοι ξεψυχούντες την νύκτα εκ των βαρέων τραυμάτων. Οι ιατροί Κουρτάκης και Ιωαννίδης υπερανθρώπους θυσίας κατέβαλον αλλ΄ ως εκ του ανελπίστου αριθμού των τραυματισμένων ήτο αδύνατον να επαρκέσουν. Φαντασθείτε ότι την επομένην ήρχισεν η μεταφορά σιδηροδρομικώς εις Θεσσαλονίκην. Το τι γίνεται ενταύθα απερίγραπτον, άνω των 7. 000 τραυματισμένων, διάδρομοι, αυλαί πλήρεις.
Υπάρχουν λόχοι τελείως κατεστραμμένοι. Ο λόχος μου έχασε φονευθέντας και τους 3 λοχίας του, αρκετόν αριθμόν δεκανέων και στρατιωτών, περί τους 75 εκτός μάχης. Ο λόχος Μαρούλη απώλεσεν όλους τους αξιωματικούς του, ο εις φονευμένος και ο έτερος με τον λόχον του πληγωμένος.
Τα πάντα πέριξ του Κιλκισίου και αυτό το Κιλκίς εκαίετο. Περί την μεσημβρίαν ο στρατός μας εισήρχετο εντός.
Τώρα όπως νομίζεις τα καταστρώνεις και δημοσιεύεις ό,τι θέλεις απ΄ αυτά χωρίς να φαίνεται ότι τα ξαποστέλλω εγώ. Τονίζεις ότι εγώ και ο λοχαγός Πανουτσόπουλος Αθ. τραυματιζόμεθα δια δευτέραν φοράν, τραυματισθέντες ήδη εις τα Γιαννιτσά και εκείνος εις το Σαραντάπορον.
Τόνισον ότι τα στελέχη εδεκατίσθησαν και καλόν όπως διάφοροι αξιωματικοί και δη λοχαγοί καθήμενοι απ΄ αρχής του πολέμου εις διαφόρους υπηρεσίας των μετόπισθεν και λοιπάς να υπάγωσι να λάβωσι πραγματικάς διοικήσεις και να αντικατασταθώσι με τραυματίας.
Συ μήπως υπάγησαι εις τας προσκαλουμένας κλάσεις;
Έχεις μετά της Ναταλίας πολλούς ασπασμούς απ΄ όλους μας.
Σας ασπάζομαι Περικλής».
Έτσι κερδήθηκε η μάχη του Κιλκίς. Και τα παραπάνω είναι περιγραφή της δράσης μια μονάδας και ορισμένων τμημάτων της των οποίων είχε άμεση εμπειρία ο περιγράφων τα γεγονότα αξιωματικός, όπως ο ίδιος τα έζησε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου